
Αυτοί που έφυγαν δεν μας χάρισαν το τελευταίο τους χαμόγελο.
Δεν πρόλαβαν. Όχι γιατί δεν ήθελαν, ήθελαν μα δεν μπορούσαν. Ήταν κοντά μα τόσο μακριά. Κι εμείς, κρυμμένοι στα λαγούμια μας ο καθένας, δεν πήραμε χαμπάρι.
Αυτοί που έφυγαν δεν είπαν την τελευταία τους λέξη, κι αν την είπαν, δεν την ακούσαμε. Τόσο κοντά μα τόσο μακριά.
Αυτοί που έφυγαν δεν πρόλαβαν την άνοιξη, αλλά ούτε κι εμείς που μείναμε την είδαμε, ήμασταν κρυμμένοι στα λαγούμια μας.
Αυτοί που έφυγαν δεν πρόλαβαν να πούνε το τελευταίο αντίο, μόνο μία προσευχή ψέλλισαν,μα κανένας δεν την άκουσε.
Αυτοί που έφυγαν βρήκαν την λύτρωση. Κι εμείς, κρυμμένοι στα λαγούμια μας ο καθένας, δεν πήραμε χαμπάρι.
Αυτοί που έφυγαν είναι εδώ. Κι όσο θα περπατάνε στα μονοπάτια του μυαλού δεν πρόκειται να πάνε αλλού. Κι εμείς κρυμμένοι στα λαγούμια μας ο καθένας,λείπουμε.
Αν ξέραμε ποιά θα ήταν η τελευταία φορά που θα τους βλέπαμε, θα σκουπίζαμε το ανύπαρκτο δάκρυ από τα μάγουλά τους,θα βρέχαμε τα χείλη τους με κρασί, θα γελούσαμε σαν να μην υπάρχει αύριο,θα κλάιγαμε όπως ποτέ άλλοτε. Και θα μιλούσαμε για τα πάντα και για το τίποτα μέχρι το τέλος του κόσμου.
Α.Π
0 Σχόλια