Για την ομορφιά της ζωής που θελήσαμε να ζήσουμε, για όπου περιπλανώνται οι ψυχές μας…

Και για όσους καρποφόρους, εύφορους αμπελώνες δεν μπορέσαμε να τρυγήσουμε στη ζωή μας.

Θα σε διατάξω να φανείς με το φωτεινό στεφάνι μια μέρα νωρίτερα, για να μη ξεχάσω ούτε λέξη… να μη χάσω ούτε μια μικρή σύντομη ανάσα…

Θα πλησιάζεις κόβοντας τριαντάφυλλα κόκκινα στο διάβα σου, μια κανάτα να γεμίσεις και να χύσεις το νερό στα πόδια των μαρτύρων, να ξεπλυθούν....να ξεδιψάσω….

Μικρές αχτίδες φωτίζουν τις ρυτίδες στα μάγουλά σου…

Κάθε μικρό φως μου θυμίζει τα κόκκινα χείλη, τα δάχτυλα, ονείρου φωνή στο κρύο, ροδίζουν σαν μια εικόνα που ενώνει τα αίματα, και ορίζει πως κυλούν εντός μας…

Και κάθε πρωί, σα μια μικρή ουρά αλεπούς που βρυχάται, στο θαμπό, το λίγο κίτρινο φως προτού σε σκεπάσει η ομίχλη και σε ξυπνήσει το γκρίζο της …

Ένα τρυφερό αγκάλιασμα..

Και ξυπνάς τρομαγμένος βλέποντας τα μαλλιά της να πέφτουν στα μάτια του και να τυλίγονται, θηλιά σφιχτή, στο λαιμό του…

Γιώργος Χρηστάκης