Ο δικός μου άι Βασίλης είναι αδύνατος, ξερός, σμιλεμένος μες στη πείνα και στα λόγια του δειλός. Δε φοράει πανωφόρια με βελούδα και χρυσά, μα έχει μάτια σαν διαμάντια που σε κόβουνε ψυχρά. Αν του τύχαινε μπροστά του κάποιος τάρανδος μικρός, θα τον έσφαζε να φάει για να μείνει ζωντανός. Φέρνει δώρα που τρομάζουν τις ανήσυχες ψυχές, για ισότητα, αγώνες και για δίκαιες αρχές. Τον δικό μου άι Βασίλη τον δικάζουνε κρυφά και στα κάτεργα τον στέλνουν να πληρώσει μαζικά όλες τις μικρές μου ήττες, τη δειλία, την ψευτιά, τις παρόλες τις μεγάλες και την κάθε μου βρομιά.

Κάθε μέρα Χριστουγέννων τον αφήνουνε ξανά να γεμίσει το σακί του με του χρόνου τα στραβά...

Σ' ευχαριστώ, άγιε μου Βασίλη. Φέτος λέω να αφήσω το σακί σου αδειανό, μπας και δε σε χώσουν στην ψειρού για χάρη μου.

Τριανταφυλλιά Ηλιοπούλου