Από μικρή η κουκουβάγια ήταν στο πλευρό της. Δεν μπορούσε να την δει κανένας άλλος. Κάποιες φορές ούτε η ίδια.
Πιστή σύντροφος στα παιχνίδια, στο σχολείο, στο σπίτι. Της ψιθύριζε στο αυτί όλη την γνώση που κατείχε, κάθε λεπτό κάθε στιγμή της μέρας.
Την νύχτα πετούσε στο δάσος για να βρει την τροφή της,να μαζέψει σοφία από τα όνειρα των ανθρώπων και μετά μόλις ξημέρωνε, πάλι εκεί, στον ώμο της,να της γεμίζει το κεφάλι με γνώση. Γνώση χαμένη μέσα στους αιώνες.
Μια μέρα της ψιθύρισε στο αυτί, τώρα που ξέρεις θα φύγω. Όμως ότι έμαθες πρέπει να το μοιραστείς με τους άλλους ανθρώπους. Στην αρχή δεν θα σε ακούσουν γιατί είσαι ακόμη μικρή, μετά δεν θα σε καταλάβουν, γιατί αυτή η γνώση δεν κάνει για όλους. Εσύ όμως σαν την μέλισσα που τριγυρίζει το λουλούδι για να μαζέψει όση περισσότερη γύρη μπορεί, δεν θα σταματήσεις. Θα συνεχίσεις να προσφέρεις την γνώση στους ανθρώπους. Έστω κι ένας να μάθει την αλήθεια αρκεί.
Πέταξε μακριά.
Η μικρή δεν θυμόταν την ύπαρξη της σοφής κουκουβάγιας.
Όμως μια συνηθισμένη μέρα, σαν όλες τις άλλες, κοίταξε την μητέρα της και της είπε:" μαμά γιατί ο Θεός είναι άντρας και δεν είναι γυναίκα?". Η μαμά δεν ήξερε τί να απαντήσει στην μικρή. Η μικρή δεν χρειαζόταν απάντηση, ήξερε....!
Α.Π
0 Σχόλια