Πόσες ιστορίες για το θάρρος, την αυταπάρνηση, την ανιδιοτέλεια…..
Για τους χαμούς των πατεράδων, για τη θλίψη των παιδιών.
Πόσες ιστορίες για την ελπίδα που μας κράτησαν ζωντανούς…

Τρία πρόσωπα… άτυχος αριθμός… Τρία πρόσωπα που έλεγαν ψέματα εδώ και τόσα χρόνια.. Τώρα μαθαίνουν την αλήθεια… Η διαδρομή ήταν μεγάλη.. τραβούσε πέρα μακριά για το Γκλένμουρ κι ακόμη πιο πέρα, και δεν περνούσε καθόλου από τη θάλασσα.

Το τρένο έτρεχε ολοταχώς προς Βορρά. Τα τρία πρόσωπα είχαν αποκοιμηθεί το ένα μέσα στη αγκαλιά του άλλου σε μια περίεργη ένωση. Σκέφτονταν βαθιά, κι η μνήμη έφερνε στο νου, ότι είχε δηλητηριάσει τις στιγμές της ζωής τους. Τα πάθη και τα βάρη που δεν ήθελαν να περάσουν το ένα στο άλλο, και δεν ήθελαν να πουν την αλήθεια. Δεν ήθελαν να σπείρουν το φόβο, έπρεπε να προστατεύσουν τους άλλους…

Μπορούσαν να κρατήσουν τα μυστικά τους κρυφά. Μπορούσαν να επιμένουν στις ιστορίες που είχαν μαγειρέψει ψιθυρίζοντας πίσω απ’ τα μισόκλειστα παράθυρα, των μίζερων ενοικιαζόμενων δωματίων, με αορίστου χρόνου μικρές λεπτομέρειες… Κι αυτό ήταν το μόνο πράγμα που μπορούσαν να κάνουν…

Από τα μισοκρυμένα κινητά ακούγονταν υπόκωφοι ήχοι. Αόριστες κλήσεις, μηνύματα…

Ψεύτικες ανάσες ζέσταιναν τη νύχτα, κι ο ήχος τους βαρύς ακουμπούσε τις τρομαγμένες ράγες που λες αγωνιούσαν περιμένοντας τον επόμενο κύκλο της σιδερένιας ρόδας …
Το τρένο συνέχιζε την πορεία του…

«Κάποιος» περίμενε στο τέλος της διαδρομής…

Τα τρία πρόσωπα κοιτάχτηκαν μεταξύ τους…
Το ένα είπε: «Όλα είναι μια χαρά, ο «κάποιος» θα μας περιμένει στο Γκλένμουρ …. Μετά θα πάμε στη λίμνη.. πόσο τον αγαπώ..»

Για χάρη του μπορούσαν να συνεχίσουν αυτό το ψέμα…

Το τρένο, το ταξίδι στο βορρά, «η αναμονή του κάποιου», δεν είχαν καμιά σημασία.
Είχαν φτάσει τόσο κοντά στην αλήθεια.
Τα τρία πρόσωπα ανασήκωσαν τα κεφάλια κι έδωσαν ένα φιλί το ένα στο άλλο.
Μετά συνέχισαν ήσυχα το ταξίδι τους…



Γιώργος Χρηστάκης